Πέμπτη 12 Ιουνίου 2008

ΟΔΥΣΣΕΑΣ ΕΛΥΤΗΣ

Με την πρώτη σταγόνα της βροχής
σκοτώθηκε το καλοκαίρι
Μουσκέψανε τα λόγια
που είχανε γεννήσει αστροφεγγιές
Ολα τα λόγια που είχανε
μοναδικό τους προορισμόν Εσένα!
Κατά που θ' απλώσουμε τα χέρια μας
τώρα που δε μας λογαριάζει πια ο καιρός
Κατά που θ' αφήσουμε τα μάτια μας
τώρα που οι μακρινές γραμμές
ναυάγησαν στα σύννεφα
Τώρα που κλείσανε τα βλέφαρά σου
απάνω στα τοπία μας
Κι είμαστε - σα να πέρασε μέσα μας η ομίχλη
-Μόνοι ολομόναχοι τριγυρισμένοι
απ' τις νεκρές εικόνες σου.
Με το μέτωπο στο τζάμι αγρυπνούμε
την καινούργια οδύνη.
Δεν είναι ο θάνατος που θα μας ρίξει κάτω
μια που Εσύ υπάρχεις.
Μια που υπάρχει αλλού ένας άνεμος
για να σε ζήσει ολάκερη.
Να σε ντύσει από κοντά
όπως σε ντύνει από μακριά η ελπίδα μας.
Μια που υπάρχει αλλού.
Καταπράσινη πεδιάδα πέρ' από το γέλιο σου
ως τον ήλιο.
Λέγοντάς του εμπιστευτικά
πως θα ξανασυναντηθούμε πάλι.
Οχι δεν είναι ο θάνατος που θ' αντιμετωπίσουμε.
Παρά μια τόση δα σταγόνα φθινοπωρινής βροχής.
Ενα θολό συναίσθημα.
H μυρωδιά του νοτισμένου χώματος
μέσ' στις ψυχές μας
που όσο παν κι απομακρύνονται.
Κι αν δεν είναι το χέρι σου στο χέρι μας.
Κι αν δεν είναι το αίμα μας
στις φλέβες των ονείρων σου.
Το φως στον άσπιλο ουρανό.
Κι η μουσική αθέατη μέσα μας ώ! μελαγχολική.
Διαβάτισσα όσων μας κρατάν στον κόσμο ακόμα.
Είναι ο υγρός αέρας η ώρα του φθινοπώρου
ο χωρισμός.
Το πικρό στήριγμα του αγκώνα στην ανάμνηση.
Που βγαίνει όταν η νύχτα πάει
να μας χωρίσει από το φως.
Πίσω από το τετράγωνο παράθυρο
που βλέπει προς τη θλίψη.
Που δε βλέπει τίποτε...
Γιατί έγινε κιόλας μουσική αθέατη
φλόγα στο τζάκι
χτύπημα του μεγάλου ρολογιού στον τοίχο.
Γιατί έγινε κιόλας Ποίημα στίχος μ' άλλον στίχο
αχός παράλληλος με τη βροχή δάκρυα και λόγια
Λόγια όχι σαν τ' άλλα μα κι αυτά
μ' ένα μοναδικό τους προορισμόν : Εσένα!
Οδυσσέας Ελύτης
*******
Con la prima goccia della pioggia,
è morta l'estate
bagnate le parole che hanno fatto nascere
la luce stellata
Tutte le parole che avevano
unica destinazione: Te!
e adesso dove possiamo tendere le maniche
il tempo non ci considera più,
dove possiamo girare gli sguardi
che l'orizzonte si è naufragato sulle nuvole...
Adesso che hai chiuso le tue palpebre
al panorama
e noi siamo-come se è entrata
dentro di noi la nebbia
-Soli e solitari, rivolgenti
dalle tue immagine morte.
con il sguardo al vetro della finestra
sorvegliamo la nuova sofferenza.
Non è la morte che ci ha buttato in terra
perchè Tu esisti...
perchè esiste altrove un vento
che ti farà vivere e ti veste da vicino,
come ti riveste da lontano la nostra speranza..
perchè Tu esisti altrove.
verde il campo al di là del tuo sorriso
fino al sole
dicendo segretamente
che ci ricontreremo ancora.
No!... non è la morte che l'abbiamo affrontata
ma, una goccia di pioggia autunnale.
Un sentimento nebbioso,
l'odore della terra bagnata, nelle nostre anime,
che si allontanano ancora di più
anche se non teniamo la tua mano nella nostra
anche se non corre il nostro sangue
nelle vene dei tuoi sogni.
La Luce nel cielo limbido
e l' invisibile musica nel cuore è melancolica
transitoria per quel ci tiene nel mondo ancora
é l'umida aria, l'ora dell'autunno, l'addio
l'amaro sostegno del gomito nella memoria.
Dove ci porta, quando la notte
ci separa dalla luce,
dietro alla piccola finestra
che guarda la tristezza.
Non vede niente... perchè è diventata
invisibile musica,
fiamma nel camino, suono di campana
del grande orologio appeso sul muro
perchè è diventato Poesia, versi in altri versi
eco che segue con la pioggia lacrime e parole.
Parole non come le altre che ti dicevo prima
ma, anche queste sono destinate solo a Te!
O. Elytis
trad. da Lunapiena

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Ευχαριστώ για την επίσκεψη.
Grazie per la tua Gentilezza.

Lunapiena